ἰδυῖοι

ἰδυῖοι
ἰδυῖοι, [dialect] Att. [full] ἰδῦοι,
A = συνίστορες, μάρτυρες, Lex Solon. ap. Ar.Fr.222, Paus.Gr.Fr.151;= οἱ τὰς φονικὰς δίκας κρίνοντες, Hsch.; cf. βιδιαῖοι.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ιδυίοι — ἰδυῑοι, αττ. τ. ἰδῡοι, οἱ (Α) (στους νόμους τού Δράκοντος και τού Σόλωνος) οι μάρτυρες. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. βιδιαίοι] …   Dictionary of Greek

  • βιδιαίοι — βιδιαῑοι και βίδεοι και βίδυοι (Α) πέντε άρχοντες της Σπάρτης που επόπτευαν τα γυμνάσια των νέων. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο αρχικός τ. του όρου είναι Fιδvιος < *Fıδ vσ ıoς < (μηδενισμένη βαθμίδα) Fιδ της ρίζας Fειδ της μτχ. ειδώς του παρακμ. με σημασία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”